- ταλαιπωροῦνται
- ταλαιπωρέωdo hard workpres ind mp 3rd pl (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πομπηία — Αρχαία πόλη της Ιταλίας στην Καμπανία, στους πρόποδες του Βεζούβιου, 25 χλμ. από τη Νάπολη. Οσκικής καταγωγής, η Π. υποτάχτηκε στους Ετρούσκους, στους Έλληνες και τέλος στους Σαμνίτες, οι οποίοι την επεξέτειναν σημαντικά. Μετά τους Σαμνιτικούς… … Dictionary of Greek
καλός — ή, ό επίρρ. ά 1. ωραίος, όμορφος: Πήρε καλή γυναίκα. 2. αγαθός στην ψυχή, ενάρετος: Οι καλοί άνθρωποι ταλαιπωρούνται στον κόσμο αυτό. 3. αίσιος, ευχάριστος: Σου εύχομαι καλό ταξίδι. 1. το ουδ., καλό ως ουσ. έχει πολλές σημασίες: α. το αγαθό, τα… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)